https://kentimataxalkidas.blogspot.com/

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

ΑΝΑΠΗΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΥ 1940

Έβλεπα πάντα με φόβο...μπορεί να ήταν δέος.

 Δεν ήξερα τότε να το προσδιορίσω.Σαν ενήλικας,σφίγγεται η καρδιά μου για αυτούς τους ανθρώπους που τους θεωρώ ήρωες.Πίστεψαν για μια πατρίδα και θυσιάστηκαν για αυτήν.

-Μικρό κοριτσάκι μεγαλωμένο σε ένα χωριό των Φαρσάλων,τα Βρυσιά και στα Γιάλτρα της Αιδηψού. Έβλεπα την παρέλαση στα Φάρσαλα....τα καροτσάκια των αναπήρων, να τα σπρώχνουν γυναίκες ντυμένες νοσοκόμες. Πέρασαν τα χρόνια,μέσα σε φτώχεια,μέσα σε μικροχαρές καθημερινού αγώνα για την επιβίωση. Αρχισε να ωριμάζει το σώμα αλλά και το μυαλό. Αρχισε ο προβληματισμός της εφηβικής ηλικίας.Γιατί να σημβαίνουν όλα αυτά.? Γιατί να πολεμάνε οι άνθρωποι.? Γιατί κάποιοι θέλουν τους ανθρώπους δυστυχισμένους...να υποφέρουν απο τα κακά του πολέμου... να μένουν ανάπηροι και βασανισμένοι,να μένουν ορφανά τα παιδιά,χήρες γυναίκες να παλεύουν με νύχια και με δόντια να επιβιώσουν με την νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε στο σπιτικό και στην χώρα τους.? Ολα αυτά τα ξέρετε και ίσως τα έχετε ζήσει. Ξέρετε επίσης γιατί χειραγωγούνται οι λαοί και για ποιά συμφέροντα. Σαν παντρεύτηκα...βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο με εναν βασανισμένο άνθρωπο. Τον παππού Παναγιώτη(τον πατέρα του συζύγου). Ανάπηρος πολέμου...περήφανος άνθρωπος...θύμα του πολέμου...σακατεμένος απο τον πόλεμο. Ευτυχώς 'η δυστυχώς γι'αυτόν,το άλογο που καβαλούσε,ανατινάχτηκε απο νάρκη. Με αποτέλεσμα να γλυτώσει τον θάνατο,αλλά να σακατευτεί. Χωρίς βοήθεια ιατροφαρμακευτική πάνω στα βουνά της Βορείου ηπείρου, μέσα στους παγετούς και τα χιονισμένα βουνά. Μαζί με άλλους βαριά τραυματίες και σκοτωμένους ,τον μετέφεραν σε κάποιο πρόχειρο νοσοκομείο για να τον ακρωτηριάσουν μέσα σε αβάσταχτους πόνους,χωρίς παυσίπονα χωρίς αντιβιώσεις ... μόνο με την πιστή παρουσία εκείνων των ηρωίδων γυναικών,που ατσάλινη ψυχή και καρδιά είχαν μέσα τους. Είτε σαν νοσοκόμες,είτε σαν απλές γυναίκες του λαού,στήριξαν ένα πετσοκομένο έθνος. Χαμένος μέσα στα βουνά,μακρυά απο τον πολιτισμό ο παππούς Παναγιώτης ήταν για την οικογένειά του πεθαμένος. Εχάθη για την πατρίδα έλεγε το γράμμα που έστειλε στην γυναίκα του και στην οικογενειά του το κράτος. Εζησε όμως...εχάθη όμως το όμορφο αντρίκιο παράστημα...το σπινθηροβόλο βλέμα του νεαρού παλληκαριού που ξεκίνησε για τον πόλεμο. Πίσω επέστρεψε ένας ανάπηρος νέος άνθρωπος με πατερίτσες και χωρίς το ένα πόδι. Ενα πρόσωπο γεμάτο απο τα σκάγια της νάρκης που με τα χρόνια τα''ξερνούσε'' το δέρμα και έπεφταν. Δυστυχισμένοι άνθρωποι ,που έπρεπε να συνεχίσουν να ζούν,να αγωνιστούν για την επιβίωση την δική τους και χάρην των παιδιών τους να φανούν δυνατοί και ατσάλινοι. Των παιδιών που κουβαλούσαν πια το ''στίγμα'' του παιδιού ενός ανάπηρου,ενός ''άχρηστου''αφού δεν μπορούσε να κάνει ότι όλοι οι άλλοι άντρες. Στην μνήμη του παππού Παναγιώτη ,που τον θαύμαζα...που τον έβλεπα να παλεύει να αντέξει τους πόνους του σώματος και της ψυχής του που ήταν αφόρητοι. Που τον είδα να στερείται ΤΑ ΠΑΝΤΑ,για να καταφέρει τα τρία παιδιά του να μορφωθούν με την πενιχρή σύνταξη του αναπήρου πολέμου. Στον λεβέντη παππού του γιού μου του Παναγιώτη και της κόρης μου της Κατερίνας,

που δεν κατάφερε να ζήσει πάνω απο τα 59χρ και να καμαρώσει παιδιά κι εγγόνια....όπως τόσοι άλλοι.




Φωτο διαδυκτίου.
 

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Το δέντρο των φίλων.

 Πολλές πολλές καλησπέρες σας στέλνω απο την Χαλκίδα,φίλες και "φίλες",και αγαπητοί φίλοι και "φίλοι".


...

Ίσως το φύλλο κάθε δέντρου να χαρακτηρίζει τους φίλους μας.!

Υπάρχουν άνθρωποι στη ζωή μας που μας κάνουν ευτυχισμένους χάρη στην απλή σύμπτωση να συναντηθούν τα μονοπάτια μας. Κάποιους τους έχουμε σε όλη τη διαδρομή στο πλάι μας, βλέποντας πολλά φεγγάρια να περνάνε, ενώ κάποιους τους βλέπουμε ελάχιστα μεταξύ δύο βημάτων. Όλους τους ονομάζουμε φίλους και υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη αυτών. Ίσως το φύλλο κάθε δέντρου να χαρακτηρίζει τους φίλους μας. Το πρώτο που ξεπροβάλλει είναι ο πατέρας και η μητέρα μας, μας δείχνουν τι είναι η ζωή. Στη συνέχεια έρχονται οι αδελφικοί φίλοι με τους οποίους μοιραζόμαστε το χώρο μας, για να ανθίσουν και αυτοί όπως κι εμείς.

Καταλήγουμε να αναγνωρίσουμε σε ολόκληρη την οικογένεια φύλλων αυτούς που σεβόμαστε και επιθυμούμε το καλό τους. Επιπλέον, η μοίρα μας φέρνει και άλλους φίλους, αυτούς που δεν γνωρίζαμε ότι επρόκειτο να διασχίσουν το δρόμο μας. Πολλούς από αυτούς τους ορίζουμε ως αδερφές ψυχές, φίλους καρδιακούς. Είναι ειλικρινείς, είναι αληθινοί. Ξέρουν πότε δεν είμαστε καλά, ξέρουν τι μας κάνει ευτυχισμένους. Και, μερικές φορές, κάποια από αυτές τις αδερφές ψυχές αναφλέγεται μέσα στην καρδιά μας και τότε γίνεται ερωτικά εμπνευσμένος φίλος. Αυτός δίνει λάμψη στα μάτια μας, μουσική στα χείλη μας, φτερά στα πόδια μας, πεταλούδες στο στομάχι μας…
Υπάρχουν επίσης οι περιστασιακοί φίλοι, αυτοί που γνωρίζουμε σε κάποιες διακοπές, ή για λίγες μέρες ή ώρες. Αυτοί συνήθως στολίζουν το πρόσωπό μας με πολλά χαμόγελα για όσο καιρό είμαστε κοντά τους. Μιλώντας για κοντά, δε θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε τους μακρινούς μας φίλους, εκείνους που είναι στην άκρη των κλαδιών και όταν ο άνεμος φυσάει εμφανίζονται πάντα μεταξύ του ενός φύλλου και του άλλου. Περνάει ο καιρός, το καλοκαίρι φεύγει, πλησιάζει το φθινόπωρο και χάνουμε κάποια από τα φύλλα μας - μερικά γεννιούνται σε άλλο καλοκαίρι, και μερικά παραμένουν για πολλές εποχές.
Αλλά αυτό που μας κάνει πιο ευτυχισμένους είναι η συνειδητοποίηση ότι τα φύλλα που έπεσαν συνεχίζουν να είναι κοντά μας, να τρέφουν τις ρίζες μας με χαρά. Είναι αναμνήσεις εκπληκτικών στιγμών που διασχίσανε το μονοπάτι μας. Σας εύχομαι, φύλλα του δέντρου μου, ειρήνη, αγάπη, υγεία, τύχη και ευημερία. Σήμερα και πάντα …γιατί απλά κάθε πρόσωπο που έρχεται στη ζωή μας είναι μοναδικό. Πάντα αφήνει κάτι από τον εαυτό του και παίρνει ένα κομμάτι από εμάς. Θα υπάρξουν και εκείνοι που μας πήραν πολλά, αλλά δε θα υπάρξουν αυτοί που δεν μας άφησαν τίποτα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ευθύνη της ζωής μας και η πιο προφανής απόδειξη ότι δύο ψυχές δε συναντιούνται τυχαία.

Το δέντρο των φίλων - Χόρχε Λουίς Μπόρχες)

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Μια ανάσα μόνο.


 Χαλκίδα....καλημέρα σας.!!!!!

-''Μη μ’ αγαπάς με συννεφιά
κάνε μου μόνο συντροφιά
και χώρο.
Δώσε μου μόνο όσο μπορείς
κι άσε τον ήχο της βροχής να ακούω μόνο.''
Δεν σου ζητάω και πολλά
αυτο που θέλω από παλια..
μια ανάσα μόνο.

Το προξενιό 1957

 Άντε βρε φιλενάδα πότε θα έρθεις να με επισκεφτείς στα Γιάλτρα της Αιδηψού.?

Δύο χρόνια παντρεμένη εδώ και ακόμη να έρθεις.
Έγραφε η Αθανασία η φίλη η αγαπημένη της μητέρας μου κάθε φορά που αλληλογραφούσαν.
Είχε γνωριστεί με τον άντρα της στο χωριό της κοντά στα Φάρσαλα 
όταν αυτός υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία εκεί.
Ο Δήμος Μπουροδήμος όμορφο παλικάρι ψηλός και καλός
ήταν ο μεγάλος έρωτας της Αθανασίας..
Παντρεύτηκαν με το που τέλειωσε την θητεία του και ήρθαν να μείνουν στα Γιάλτρα.
Όμως η καλή της το είχε βάλει αμέτι μωχαμέτι να φέρει και την φιλενάδα της 

κάτω και να την παντρέψει. Έτσι θα την είχε κοντά της.
Αφού τελείωσε ο θερισμός στον κάμπο,ετοίμασε την βαλιτσούλα της 

και ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι από τα Φάρσαλα για την Αιδηψό.
Πρωτόγνωρα μέρη για την Κατίνα. 

Άλλαξε πέντε συγκοινωνίες, μέχρι σε δυο καράβια μπήκε..ένα από τα Καμένα(Βούρλα)...έβγαλε τα''συκώτια'' της,άμαθη στο κούνημα της θάλασσας,

 για να φτάσει να πάρει και το άλλο το καραβάκι από τα Λουτρά Αιδηψού προς τα Γιάλτρα.

 Κάτω στο λιμάνι των Γιάλτρων, μόλις φάνηκε το καράβι,

η λάντζα (οι λάντζες ήταν μικρά σκάφη και βάρκες για μεταφορά

 επιβατών και φορτίων)βγήκε προς τα ανοιχτά για να πάρει τους επιβάτες 

και τις αποσκευές τους,που ήταν να κατέβουν εκεί.

Εκεί,στο λιιμανάκι την περίμεναν ο Δήμος με την Αθανασία για να την ανεβάσουν στο χωριό.

Η φιλενάδα της είχε βάλει ενα χράμι πάνω στο σαμάρι του μουλαριού για να καθίσει πιο αναπαυτικά.

Πολύ όμορφο μέρος..δεν χόρταινε να βλέπει απο ψηλά που κάθονταν,

την θάλασσα πέρα...και τα καράβια να πηγαινοέρχομαι.

Πολύ πράσινο και όλα τα αμπέλια περιποιημένα και γεμάτα σταφύλια.
Τα δέντρα πολλά γεμάτα κι αυτά με τους καρπούς τους,.Αχλαδιές,,αμυγδαλιές,,συκιές
ότι μπορείς να φανταστείς.Και πίσω τους το καταπράσινο δάσος γεμάτο πεύκα,κουμαριές,σκίνα,αγράμπελη...ευλογημένος τόπος...τον αγάπησε.
Και εκεί που περπατούσαν με την φίλη της για την Αγιά Σωτήρα ,νάσου κι ένα μελαχρινό παλικάρι πάνω στο άλογό του καλπάζοντας στο μονοπάτι δίπλα στην θάλασσα.

Τις χαιρέτισε με ένα κούνημα του κεφαλιού,και συνέχισε τον δρόμο του.
Κεραυνός στο κεφάλι της Κατίνας..τον ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά.
Φιλενάδα μ'αρέσει ...κάντε κάτι με τον Δήμο.
Δεν χρειάστηκε να κάνουν τίποτα...μάλλον δεν πρόλαβαν.

Μια βδομάδα στα Γιάλτρα και έκαψε την καρδιά του Κωνσταντή του Μαραβέλη.
Ήρθε προξενητής σταλμένος από την οικογένειά του και την ζήτησε σε γάμο.
Μην το σκέφτεσαι καθόλου της είπε ο Δήμος.
Οικογένεια νοικοκυραίων με την περιουσία τους μεγάλη,τα κτήματα γεμάτα γεννήματα(καρποφόρα),τα αμπέλια πολλά με δικό τους πατητήρι και βαρελόσπιτο.,

και ανεμότρατα στην θάλασσα που την δουλεύουν με τον κουμπάρο τους.

Κορίτσι με αρχές η Κατίνα,είπε ότι έχει οικογένεια στην Θεσσαλία,τους γονείς της ,

τα αδέλφια της,έπρεπε να έρθουν να της ζητήσουν το χέρι στα Βρυσιά Φαρσάλων.
Την επομένη αφού χαιρέτησε την φίλη της και όλη την γειτονιά που είχαν γνωριστεί..αγαπησιάρα γυναίκα ήταν...την συμπάθησαν όλοι.

Είχε χιούμορ,ήταν ευχάριστη,εμφανίσιμη και νοικοκυρά από της καλές..

Σ'όλο το ταξίδι της επιστροφής την έτρωγε η αγωνία.

Τι θα πει ο πατέρας της.?Θα τη έδινε στα ξένα.?
Μόνον οι φτωχοί άφηναν τις κόρες τους να παντρευτούν σε μακρινούς τόπους.
Μα η οικογένειά της είχε προκοπή.

Από τριάντα στρέμματα είχε για κάθε μια από τις τρεις κόρες του ο πατέρας της.
Και όλα στον κάμπο...εύφορη γη..!!!!!!
Το στομάχι της έφτασε στο στόμα από την αγωνία...της κόπηκε η όρεξη,μπουκιά δεν κατέβαινε.
Θα μας πεθάνει το παιδί ...τι είναι αυτά που κάνεις,έλεγε η κυρά Σταυρούλα στον άντρα της.
-Εμείς δεν είμαστε ξεβράκωτοι να δώσουμε το παιδί μας στα ξένα,απαντούσε ο πατέρας της.
Και μια Κυριακή καθώς κατηφόριζαν από την εκκλησία,

είδαν το λεωφορείο να κατεβάζει στην δημοσιά δυο νοματαίους.
Έναν άντρα και μια γυναίκα,καλοβαλμένους και καλοντυμένους,με βαλίτσα και δυο δέματα.

Που είναι το σπίτι του Γιώργου του Γκέκα.? ρώτησαν τον πατέρα της.
Εγώ είμαι αυτός που ψάχνετε,ποιοι είστε και τι θέλετε.?
Δεν νομίζω να μην είστε φιλόξενος άνθρωπος και να θέλετε εδώ στην μέση του δρόμου

 να σας πούμε τι θέλουμε.?
Συγχωράτε με είπε ο πατέρας της,κοπιάστε στο φτωχικό μου.
Με τους ξένους μπροστά και τα αδέλφια της να κουβαλούν τις αποσκευές

 και την μάνα της και την μεγάλη της αδελφή από κοντά,φτάσανε στο σπίτι ,

στην άκρη του χωριού ,κοντά στο λιβάδι.

Πέτρινο σπίτι χτισμένο πριν λίγα χρόνια,όπως και όλα του χωριού,

με ρυμοτομία σχεδίου πόλεως με φαρδιούς δρόμους ,πλατεία μεγάλη,εκκλησία νέα του Αγ.Αθανασίου,κοινότητα,αστυνομία.
Οι μεγάλοι σεισμοί τον Απρίλη του 1954 είχαν ισοπεδώσει όλα τα πλίνθινα σπίτια του χωριού.
Τα μόνα που έμειναν όρθια ήταν τα κτίσματα του κονακιού που ήταν πέτρινα και καλοχτισμένα.

 Η εκκλησία του χωριού ράγισε παντού και ξεκόλλησαν σχεδόν όλες οι αγιογραφίες που ήταν ζωγραφισμένες απο λα'ι'κούς ζωγράφους και ήταν ακατάλληλη για χρήση.

Η μισή σάρισε από την πλευρά της Αγίας Τράπεζας. 

Ήταν μεγάλη εκκλησία για χωριό.Με γυναικωνίτη πάνω,όλο ξυλόγλυπτα.Γεμάτη αγιογραφίες ..
Η πλαϊνή πόρτα από την αριστερή πλευρά των αντρών,
είχε μια τρομερά εκφοβιστική τοιχογραφία.

Έδειχνε τον χάρο με τους βοηθούς του να παραλαμβάνουν τις ψυχές.

Στα χέρια του κρατούσε μια ζυγαριά και τις ζύγιζε.
Αν οι αμαρτίες τους ήταν πολλές,η ζυγαριά έγερνε από την πλευρά της κόλασης,

που ήταν γεμάτη καζάνια με ανθρώπους που έβραζαν και πολλά βασανιστήρια.

Αν οι αμαρτίες ήταν πολύ λίγες,τότε πήγαιναν στον παράδεισο,που ήταν γεμάτος όμορφα δέντρα ,

πουλιά και ζώα που χαμογελούσαν ευτυχισμένα.

Ώσπου να καταφέρουν οι χωριανοί να συμμαζευτούν και να χτίσουν καινούρια εκκλησία,

έφτιαξαν με σανίδες μια πολλή μεγάλη παράγκα που κάλυψε 

και την παλιά χτιστή Αγία τράπεζα της μισογκρεμισμένης εκκλησίας τους.
Το σπίτι είχε δύο δωμάτια μεγάλα δεξιά κι αριστερά της εισόδου.
Έμπαινες κατευθείαν απο την είσοδο στο χώλ που ήταν αρκετά μεγάλο

 και έβγαινες απο την πίσω πόρτα ακριβώς απέναντι ,

για να πας στην κουζίνα και την αποθήκη στην πίσω πλευρά και κολλητά στο σπίτι.
Τους φιλοξένησαν στο καλό δωμάτιο.Πάνω στο φαί ο ξένος συστήθηκε,

σαν Σεραφείμ Κων.Μαραβέλης,απο δώ η γυναίκα μου η Παναγιού.
Θέλουμε να πάρουμε την Κατίνα για νύφη στον πρωτότοκο γιό μας τον Κωνσταντή 

που την αγάπησε με το που την είδε..και δεν μας νοιάζει αν έχετε προίκα η όχι

 ...έχουμε εμείς περιουσία να ζήσουν καλά.

Σας φέραμε και καλούδια απο τον τόπο μας και τα κτήματά μας....΄

μια νταμιτζάνα κρασί,

χταπόδια λιαστά,παστές σαρδέλες,σταφίδες,σύκα ξερά,

σουτζούκια,αμύγδαλα,καρύδια,πετιμέζι.
Για την νύφη μας,χρυσαφικά και μια λίρα.
Ούτε που πρόλαβε ο παππούς μου ο Θεσσαλός να ανοίξει το στόμα του.
Ευφυέστατος,μορφωμένος και με μεγάλο λέγειν ο άλλος μου παππούς
ο Ευβοιώτης τον τούμπαρε.

Ξέχασε και τις αρχές και τα λόγια του....
Ας είναι καλά και οι δύο εκεί ψηλά που βρίσκονται και με κοιτούν να γράφω...

Η φωτο ειναι απο το γάμο των γονιών μου.


Οι καραβίδες του ποταμού.

 Το ποτάμι εχει τις πηγές του στα Βρυσιά Φαρσάλων,

Ενιπέα το λέμε.

Γεμάτο από νερό απλωμένο που ανάβλυζε μέσ' από τις πέτρες

καθώς ήταν στους πρόποδες του βουνού όταν κοιτούσες

έμοιαζε με ρηχή λιμνούλα,έδινε απλόχερα και χωρίς σταματημό

την δροσιά του στους ανθρώπους αλλά και στα ζώα,

το λέγαμε και το λέμε ακόμη, Γκιόλ'(Γκιόλι)

Η λέξη είναι τουρκικής προέλευσης, μιας και στα τουρκικά γκιολ=λίμνη.
Αγελάδες,πρόβατα και άλογα έπαιρναν δύναμη απο αυτό.
Και αφού περίσσευε πολύ νερό,φιδογύριζε ρομαντικά
μέσα στον κάμπο λαχταρώντας να συναντήσει το ταίρι του.
Εύφορος ο κάμπος με το νερό να μεγαλώνει
και να μεστώνει τα σπαρτά και τα άλλα γεννήματα.
Δεξιά κι αριστερά του,καβάκια.ιτιές,και μοσχο ιτιές.
Πλατάνια και καρυδιές δεν έβλεπες.
Η λαύρα του Θεσσαλικού κάμπου μέσα στο κατακαλόκαιρο,
δεν ήταν για τέτοια δέντρα.
Το καλοκαίρι που η ζέστη έφτανε τους σαράντα βαθμούς,
το νερό λιγόστευε σιγά σιγά..και το ποτάμι,
λόγω της άρδευσης των βαμβακοχώραφων, σχεδόν άρχιζε να στερεύει.
Εδώ σ'αυτό το χωριό ζούσαν οι γονείς της αείμνηστης μητέρας μου,
εδώ γεννήθηκε κι αυτή πίσω απο μια θημωνιά...15 Αύγουστο..
εδώ ήρθα κι εγώ ακολουθώντας τους γονείς μου απο τα Γιάλτρα της Αιδηψού,σ
το πέτρινο σκολειό του έμαθα τα πρώτα μου γράμματα.
Εδώ ήταν η μισή καρδιά μου,
γιατί η άλλη μισή στην Εύβοια είναι...
Μικρό και περίεργο κοριτσάκι που πάντα ήθελε να μαθαίνει
ότι έβλεπε ήμουν η ουρά του ...παππού.
Τον ακολουθούσα κατά πόδας, πότε στον μπαχτσέ
(ήταν πολύ μερακλής σ'αυτά,ακόμη και βασιλικά και κατιφέδες φύτευε ανάμεσα στα ζαρζαβατικά),πότε στα χωράφια και πότε στο ποτάμι
Τότε λοιπόν κατακαλόκαιρο,ήταν η καλύτερη περίοδος
που ο παππούς με έπαιρνε μαζί του
για να μαζέψουμε καραβίδες.
Το ποτάμι ήταν γεμάτο με ραγάζια (ψαθιά),καλαμιές,κάρδαμα
και τόσα χορτάρια,που νερό δεν έβλεπες.
Ο παππούς αναποδογύριζε τα χόρτα και απο κάτω
ήταν γεμάτος καραβίδες ο βυθός.
Τα καβούρια δεν καταδεχόμασταν να τα πιάσουμε.
Όταν πρωτοπήγα 4χρονο κοριτσάκι,
μου δάγκωσε το δάχτυλο του ποδιού ένας κάβουρας.
Απο τότε δεν συμπαθώ τα καβούρια.
Ενα σακί καραβίδες φόρτωνε στον ώμο του ο καλός μου
και τραβούσαμε για το σπίτι.
Από'κεί και μετά αναλάμβανε η γιαγιά η Σταυρούλα να κάνει την διαλογή.
Οι μεγάλες καραβίδες για γεμιστές,οι μικρότερες για βραστές
με αλατάκι για να τραβάει και λίγο τσίπουρο για τους άντρες.
Τις γεμιστές καραβίδες τις μαγείρευε η μητέρα μου,με συνταγή της γιαγιάς.

Για την γέμιση:
Μπαγιάτικου ζυμωτού ψωμιού την ψίχα τριμμένη με τα δάχτυλα.
Κρεμμύδια ξερά ψιλοκομμένα
Καννελο γαρύφαλλα τριμμένα
Αλάτι
Ελαιόλαδο σπιτικό.
Τσιγάριζε στο τηγάνι αυτά τα υλικά και τα έβαζε στην άκρη...
Τραβούσε με προσοχή απο τις ζεματισμένες καραβίδες
τα μικρά τους μόνον ποδαράκια με την' κοιλιά'
και στο κενό αυτό έσμπρωχνε την γέμιση.
Γέμιζε το ταψί με καβουρντισμένες φέτες κρεμμυδιών,
τριμμένες φρέσκες τομάτες,αλατοπιπέρωνε
και έστρωνε επάνω τις καραβίδες στριμωχτά.
Τον φούρνο τον είχε ήδη έτοιμο ο παππούς,
καίγοντας μπάλες άχυρων από τα σιτάρια που αλωνίζαμε στα χωράφια.
Τι θεσπέσια λαχταριστή μυρωδιά απλώνονταν σ'όλη την γειτονιά.!!!
Όλοι καταλάβαιναν ότι ο παππούς μου ο νοικοκύρης ΄μας έφερε καραβίδες.
Πριν κενώσει (σερβίρει) η μητέρα μου ,
έβαζε σε μικρές μερίδες αρκετά πιάτα να τα πάω στην γειτονιά.
ΓΙΑ ΤΗΝ ''ΜΥΡΩΔΙΑ'' ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΜΟΥ ΕΛΕΓΕ.!!!!!!!!!!!!!!!!!!!.
φωτο απο:https://media.vrbo.com/lodging/35000000/34020000/34012300/34012226/29eef5e6.f10.jpg


Στη σπηλιά της λίμνης.

 -Ακολουθώντας το φιδογυριστό μονοπάτι μέσα στο δάσος,έφτασε στις όχθες της λίμνης.

Όμορφη όπως πάντα αρυτίδιαστη και δροσερή τον περίμενε...να έρθει στην υγρή αγκαλιά της.
Μεγάλη αγάπη και αδυναμία της είχε από μωρό.
Μπήκε στην βάρκα και έπιασε απαλά τα κουπιά.
Είχε μπροστά του χρόνο.
Λάμνοντας νωχελικά άρχισε να κυλάει πάνω στα πράσινα νερά.!

Η βάρκα του 'ήξερε' μόνη της τον υδάτινο δρόμο της.!
Πήγαινε πάντα απέναντι και δεξιά.

Στην μικρή προβλήτα που υπήρχε εδώ και δεκάδες χρόνια.

Την πρώτη φορά μόνο....μην νοιώθοντας πως να πιάσει τα κουπιά...ήταν αρκετά μακριά του από τα τοσοδούλικα χεράκια του..

(πόσες δεκαετίες έχουν περάσει από τότε δεν θυμάται)...''έφυγε''' με το ρεύμα σε άλλη διαδρομή και τον πήγε κάπου μακρι


ά...

και σταμάτησε ακουμπώντας στα ρηχά σε έναν κορμό ενός τεράστιου δέντρου που είχε γύρει να κοιμηθεί στην όχθη.
Κατέβηκε όλο περιέργεια...μικρό παιδί και ανυποψίαστο στο άγνωστο και τον φόβο.

Μέσα στις φτέρες είδε κάτι να κουνιέται..έτρεξε προς τα 'κει σκοντάφτοντας στα λιθάρια της όχθης.
Ωωωω...τι μακρυά μαλλιά που είχε αυτός που τον κοιτούσε.!!!!
Βάλθηκε να τον ακολουθεί καθώς είδε ότι έφευγε μέσα στο δάσος...πόσο πολύς ήταν αυτός ο δρόμος.!!!!

Δεν ξεχώριζε τίποτα πια μέσα στην οργιαστική βλάστηση...ακολουθούσε σαν υπνωτισμένος .
Ο άλλος που και που κοιτούσε πίσω του και κοντοστεκόταν.
Κάποια στιγμή που άλλο δεν άντεχε ...είδε την σπηλιά.
Στα μάτια του φάνηκε τεράστια και μυστηριώδης.

Τα κλαδιά από τις οξιές από πάνω και οι θάμνοι και οι κληματσίδες κάτω,την έκρυβαν πολύ καλά.......

Αυτός με τα μαλλιά μπήκε μέσα ,γρήγορα και εύκολα.
Ο μικρούλης προσπάθησε να μπει με τον

ίδιο τρόπο αλλά μπερδεύτηκε στις κληματσίδες.

 Προσπαθώντας αρκετή ώρα κατάφερε να μπει τραβώντας μαζί του και αρκετές βέργες.
Μέσα ήταν πολύ σκοτεινά. Όταν συνήθισαν τα μάτια του ξεχώριζαν γύρω του οι βράχοι. 

Από πάνω κρέμονταν σαν μεγάλα χοντρά μπαστούνια κάτι παράξενες πέτρες. Το ίδιο και εκεί που πατούσε.

Σέρνοντας αποκαμωμένος τα ποδαράκια του πήγε και κάθισε δίπλα σ'αυτόν.

Ούτε κατάλαβε πότε τον πήρε ο ύπνος καθώς ακούμπησε στην ζεστασιά του άλλου.
Κάποια στιγμή ξύπνησε απότομα από πολύ μεγάλη φασαρία..
Ακούγονταν ομιλίες πολύ δυνατές,σκυλιά που γάβγιζαν ,η φωνή του πατέρα του που φώναζε το όνομα του. 

Άπλωσε το χεράκι του να πιάσει το χέρι του άλλου.Είχε ξυπνήσει απότομα ...δεν καταλάβαινε που βρίσκονταν ,

αλλά αυτόν με τα μαλλιά τον θυμήθηκε και θέλησε άθελά του την προστασία του.Αλλά ήταν μόνος του.

Τα σκυλιά ήδη είχαν μπει μέσα στην σπηλιά και όρμησαν καταπάνω του αγριεμένα..
Άρχισε να κλαίει γοερά τρέμοντας από τον φόβο.
Ξαφνικά μπροστά στα ξένα σκυλιά πετάχτηκε ο δικός του σκύλος ο Έκτορας,και 'κείνα κοκάλωσαν στην θέση τους.
Ο πατέρας του έκανε στην άκρη τον σκύλο και τον αγκάλιασε αλαφιασμένος.
-Δόξα τον Θεό παιδί μου...δόξα τω Θεό...έλεγε και ξανάλεγε.
Κι άλλοι χωριανοί μπήκαν μέσα και τράβηξαν τα σκυλιά τους προς την έξοδο της σπηλιάς 

και καθώς έβγαιναν τον κοιτούσαν και σταυροκοπιούνταν λέγοντας.
-Μα στην φωλιά του γερόλυκου και είναι ακόμη ζωντανός......!!!!!!!
Έφτασαν στο χωριό με τις βάρκες των χωριανών να τους συνοδεύουν

 και τους σκύλους στην πλώρη να τον κοιτάνε και να γρυλίζουν.

Πέρασε πολύς καιρός για να καταφέρει η άμοιρη η μάνα του να διώξει από πάνω του η μυρωδιά της λυκοφωλιάς 

και να τον πλησιάσει ο Έκτορας χωρίς να γρυλίζει..!

Φωτο απο τα Λουτρα Αιδηψου.Θερμοποταμος και σπηλια.27\4\2014

Ψηφιακό αρχειο.Ε.Λ.Ι.Α.ELIA,Ελληνικό λογοτεχνικό και ιστορικό αρχείο, infolib.

Στο καλντερίμι.

Και καθώς λέει...
περνούσαν οι άνθρωποι απο το καλντερίμι το φορτωμένο λουλούδια...
αναπνέοντας το μαγευτικό άρωμά τους ...
έφευγαν ελαφρύτεροι.
Από στεναχώριες, από αρρώστιες από προβλήματα από πόνο, από φόβο.!!!
Ξαφνιασμένοι από την ιερότητα του χώρου ,
χαμογελούσαν...με χαμόγελο τέτοιο που άγγιζε την ψυχή..
Και φεύγοντας ελαφρύτεροι
άρχισαν πετώντας να τιτιβίζουν το μυστικό.
Κι από όλη την γη έρχονταν νύχτα και μέρα
και με ήλιο και βροχή και με χιόνι,
άνθρωποι με γοργά βήματα και το βάρος τους κουβαλούσαν,
αγωνιώντας να περπατήσουν ...
τα λίγα αρωματισμένα μαγικά μέτρα μεσ'τα λουλούδια...
πιστεύοντας πως θα διώξουν από πάνω τους τον πόνο..
αυτό τον πόνο που κάνει το σώμα πέτρινο κι ασήκωτο..
που κάνει την ψυχή παγιδευμένη...
μέσα σε εκδικητικές συμπληγάδες..
κι από ήσυχο και μοναχό το μαγικό καλντερίμι εγέμισε ψυχές.

Που μια λαχτάρα είχαν μοναχά...να πετάξουν..


(Γιούλη Μαραβέλη 27/9/14) 

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

Βάρκα χωρίς λιμάνι.

Ο σοφός λαός μας λέει:Απο τρελό κι απο μικρό μαθαίνεις την αλήθεια..

-Δαφνί. καθομαι στο γραφειο με ανοιχτο τον υπολογιστη και μπαινει ενας τροφιμος για να μου ζητησει τα φαρμακα του που ειχε ξεχασει πως τα ηπιε. περναει η εικονα του νεκρου παιδιου στην παραλια και ακολουθει ο παρακατω διαλογος.

-τι ειναι αυτο;

-ενα παιδι

-γιατι δεν το σηκωνουν; θα πνιγει

-εχει πνιγει

-η μαμα του που ειναι;

-δεν ξερω

-να την βαλουν φυλακη. δεν προσεξε το παιδι

-δεν φταιει η μαμα του. το εβαλε σε μια βαρκα για να το σωσει απο τον πολεμο αλλα για αυτες τις βαρκες δεν υπαρχει λιμανι

-γιατι δεν υπαρχει λιμανι;

-γιατι οι χωρες που δεν εχουν πολεμο δεν τους θελουν

-προσφυγες ειναι δηλαδη;

-προσφυγες

-ακουσε μαρια μου…

-δεν με λενε Μαρία βρε Γιάννη

-δεν εχει σημασια. τυχαιο ειναι το ονομα σου. τυχαιο και που δεν ζεις στον πολεμο.

αυτοι που δεν θελουν τους προσφυγες ειναι καταραμενοι

-δεν προκειται να αλλαξουν

-η γη δεν ανηκει σε κανεναν. οι ανθρωποι δεν εδωσαν γη σε αυτο το παιδι για να περπατησει αλλα η γη του εδωσε μια γωνια για να πεθανει. το χωμα δεν κανει διακρισεις. τους δεχεται ολους. ασπρους μαυρους κιτρινους…ολους

-πιστευεις οτι ξεκουραστηκε?

-φυσικα. κοιμαται μπρουμυτα για να μην βλεπει τους ανθρωπους

-πηγαινε στο κρεβατι σου να ξαπλωσεις. ειναι μεσημερι

-μην με διωχνεις οταν συζηταμε

-δεν αντεχω να συζηταω αλλο

-αν δεν αντεχεις να πας στον πρωθυπουργο και να του πεις οτι τους θελουμε τους προσφυγες. να τους φερουν εδω. εχουμε χωρο. εγω θα ξαπλωσω κοντα στον τοιχο και χωραει να κοιμηθει και αλλος ενας στο κρεβατι μου. και το φαι πολυ ειναι. φτανει για ολους. ετσι να του πεις. τα παιδια δεν κανει να πεθαινουν. θα του το πεις;

-δεν μπορω να του το πω αλλα θα το πω σε πολλους ανθρωπους σε λιγο

-θα πας σε πλατεια να βγαλεις λογο;

-καπως ετσι!

-να τους πεις να τα αγαπανε τα παιδια

-θα τους το πω

-και να μου φερεις τα φαρμακα μου


Ειναι στο κρεβατι του και κλαιει. δεν ζηταει πια τα φαρμακα του. εχει μαζευτει κοντα κοντα στον τοιχο και μονολογει… τι ενας της ειπα; αν μαζευτω πιο πολυ, και δυο χωράνε.

Της Ίλντα Νταλί. Νοσηλεύτριας στο ΨΝΑ «Δαφνί»



Συζήτηση με εναν "τρελό" 

Από την σελίδα Ιστορικές Φωτογραφίες

 Καλησπέρα σας..τον θυμάστε τον καστανά.?

«Tο κάστανο θέλει κρασί και το καρύδι μέλι

 και το κορίτσι φίλημα πρωί και μεσημέρι».

-O καστανάς είναι μια συμπαθητική φιγούρα που σε κάθε πόλη ζεσταίνει με την παρουσία του την παγωνιά του χειμώνα όχι μόνο σε μικρές πόλεις αλλά και σε μεγαλουπόλεις Nέα Yόρκη, Παρίσι κ.α. 

 Ξεκινούσε τη δουλειά του στις αρχές του Φθινοπώρου 

και δούλευε μέχρι το τέλος του Χειμώνα. 

Είναι από τα λίγα παραδοσιακά επαγγέλματα που δεν τα εξαφάνισε

 ο χρόνος και η «εξέλιξη».

 Μόλις έπιαναν τα πρωτοβρόχια ο Καστανάς ετοίμαζε τη Φουφού, προμηθεύονταν τα κάστανα κι έπιανε τη γωνιά κάποιου πολυσύχναστου δρόμου.

Η Φουφού (φορητό μαγκάλι) ήταν τσίγκινη και στρογγυλή, χωρισμένη συνήθως σε τρία μέρη, όπου τοποθετούσε κατά μέγεθος τα κάστανα. Κάθε μέγεθος και διαφορετική τιμή. Μέχρι να πυρώσει η φωτιά, χαράκωνε μ’ ένα μαχαίρι τα κάστανα και ύστερα τα ΄ριχνε στη Φουφού να ψηθούν.

   Τα κάστανα ήταν συνήθως βολιώτικα ή απ΄ το Χορτιάτη. Καθισμένος σ΄ ένα χαμηλό σκαμνάκι ο Καστανάς περίμενε την πελατεία του σκαλίζοντας τη φωτιά. Μόλις άρχιζαν να σκάζουν τα κάστανα, έπιανε τη μασιά και τα γύριζε απ’ την άλλη μεριά.

Αφού ψήνονταν τα απομάκρυνε από τη Φουφού. Έπιανε τότε την τσιμπίδα ο Καστανάς και γέμιζε το χωνάκι που είχε φτιάξει από παλιές εφημερίδες.

Ένα άρθρο

(από την εφημερίδα της Χίου "Αλήθεια")

και:http://laikiparadosi.blogspot.gr/2011/11/blog-post_04.html






Λευκή οπτασία




 Της μιας νυχτιάς η ομορφιά την φορεσιά της με χαρά,

περήφανα μας δείχνει.

Νύχτες και νύχτες την θορώ και με λαχτάρα καρτερώ την στέψη της.. βασίλισσα να γίνει.

Και να στο φως του φεγγαριου..

στου κήπου την μαγεία 

κορώνα  ασημοστόλιστη

και σκηπτρο μεγαλόπρεπο

για ευχαριστώ επήρα.

Την έφερα απο την Νάουσα της Πάρου πριν 6 χρόνια.

Ανθιζει για μια νύχτα μόνον.!! 

(Dutchman’s Pipe Cactus: Λέγεται επίσης και Βασίλισσα της Νύχτας ή Night Blooming Cereus. 

Τα λευκά λουλούδια ανθίζουν μόνο την νύχτα και μαραίνονται πριν την αυγή).

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Η κόρη των κυμάτων.


--Ζούσε μόνο και μόνο απο τα άσπρα αφράτα κύματα...

 που κυλούσαν νωχελικά στο ακρογιάλι.

Φορούσε την λευκή μεταξωτή φορεσιά της 

με την πανάκριβη δαντέλα....

 οι άκρες της την ακολουθούσαν υγρές απο το φιλιά του φλοίσβου.

Και περπατούσε ακροπατώντας ανάμεσα νερού και γης...

θαρρώ πως σιγοπετούσε...

ξεγελώντας κατεργάρικα το δικό μας βλέμμα ...

που την ακολουθούσε με τον θαυμασμό του μαγεμένου δειλινού.

Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω αν ήταν όντως αληθινή...

ή ήταν ξεγέλασμα του νού που παιχνίδια πάντα κάνει στις μοναχικές ψυχές.

Καλόπιοτη μέρα φίλες και φίλοι...μα μην μεθύσετε με το νέκταρ της,

απλά απολαύστε το πλαταγίζοντας σαν γευσιγνώστες την γλώσσα σας.

Γιούλη Μαραβέλη  γράφτηκε:18/10/14.

ΦΩΤΟ:http://quinousse.centerblog.net/6151-belles-photos-animees

ΜΑΝΙΑΤΙΚΟ ΑΙΜΑ..

-  Έφτασα μισό αιώνα ζωής για να πάω να βρω τις ρίζες μου στη Μάνη. Κομματάκι δύσκολο μετά απο 170 χρόνια. Μερη τραχιά που σκληραίνουν τον χ...